Γαρδικάκι
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασία↓ πτώσεις | ενικός | πληθυντικός | ||
---|---|---|---|---|
ονομαστική | το | Γαρδικάκι | τα | Γαρδικάκια |
γενική | του | Γαρδικακίου | των | Γαρδικακίων |
αιτιατική | το | Γαρδικάκι | τα | Γαρδικάκια |
κλητική | Γαρδικάκι | Γαρδικάκια | ||
Η κατάληξη του πληθυντικού -ια προφέρεται με συνίζηση. Συνήθως στον ενικό | ||||
Κατηγορία όπως «μίλι» - Παράρτημα:Ουσιαστικά |
Ετυμολογία
επεξεργασίαΠροφορά
επεξεργασία- ΔΦΑ : /ɣaɾ.ðiˈka.ci/
- τυπογραφικός συλλαβισμός : Γαρ‐δι‐κά‐κι
Κύριο όνομα
επεξεργασίαΓαρδικάκι ουδέτερο
- (παρωχημένο) χωριό της Φθιώτιδας, πρώην ονομασία της Οίτης[1]