taux
Γαλλικά (fr)
επεξεργασίαενικός | πληθυντικός |
---|---|
taux | taux |
Ουσιαστικό
επεξεργασίαtaux (fr) αρσενικό
Εκφράσεις
επεξεργασία- taux bancaire - προεξοφλητικός τόκος
- taux d'amortissement - συντελεστής απόσβεσης
- taux de change - τιμή ανταλλαγής συναλλάγματος, τιμή του εθνικού νομίσματος σε σχέση με ένα άλλο (ξένο) νόμισμα
- taux d'escompte - προεξοφλητικό επιτόκιο
- taux d'intérêt - επιτόκιο
- taux de conversion - συντελεστής μετατροπής, τιμή μετατροπής
- taux de mortalité - θνησιμότητα
- taux de natalité - γεννητικότητα
- taux de rotation - ρυθμός ανανέωσης