by
Αγγλικά (en)Επεξεργασία
ΠροφοράΕπεξεργασία
ΠρόθεσηΕπεξεργασία
by (en)
- δίπλα, κοντά, παρά, πλησίον
- μέσω, διαμέσου
- κατά (μια χρονική περίοδο)
- μέχρι, έως, ως
- από
- (μεταφορά) με
ΕπίρρημαΕπεξεργασία
by (en)
ΕκφράσειςΕπεξεργασία
- by oneself: μόνος, ολομόναχος
Επεξεργασία
Νορβηγικά (no)Επεξεργασία
ΟυσιαστικόΕπεξεργασία
by (no)
Πολωνικά (pl)Επεξεργασία
ΠροφοράΕπεξεργασία
ΣύνδεσμοςΕπεξεργασία
by (pl) αρσενικό
ΣυνώνυμαΕπεξεργασία
Επεξεργασία
ΣημειώσειςΕπεξεργασία
- στη λέξη μπορεί να μεταβιβάζονται οι καταλήξεις του ρήματος
Σουηδικά (sv)Επεξεργασία
ΠροφοράΕπεξεργασία
ΟυσιαστικόΕπεξεργασία
by (sv)
- το χωριό