Δείτε επίσης: besides

  Ετυμολογία

επεξεργασία
beside < be- + side

  Πρόθεση

επεξεργασία

beside (en)

  1. κοντά σε, πλάι σε, δίπλα σε
    ⮡  beside the fireplace - κοντά στο τζάκι
    ⮡  Sit beside me.
    Κάθησε κοντά μου.
    ⮡  She took a book and got comfortable beside the fireplace.
    Πήρε ένα βιβλίο και βολεύτηκε πλάι στο τζάκι.
     συνώνυμα: close toby, near και next to
  2. άσχετα με

Εκφράσεις

επεξεργασία