allay
Αγγλικά (en)Επεξεργασία
Ετυμολογία Επεξεργασία
allay < (κληρονομημένο) μέση αγγλική alayen, aleyen, aleggen < αγγλοσαξονική āleċġan (αφήνω, αποφεύγω, παρατάω) < πρωτογερμανική *uzlagjaną. Αναλύεται ως a- + lay Οι παρόμοιες προφορές του y και του g στην μέση αγγλική προκάλεσαν σύγχυση όσον αφορά τις σημασίες του allay, του alloy και του allege.[1]
ΠροφοράΕπεξεργασία
ΡήμαΕπεξεργασία
allay (en)
- κατευνάζω, μετριάζω κάτι
- απαλύνω, ανακουφίζω (πόνο)
- this painkiller will allay your pain - αυτό το παυσίπονο θα ανακουφίσει τον πόνο σου
- (παρωχημένο) (κατʼ επέκταση) → δείτε alloy
ΟυσιαστικόΕπεξεργασία
allay (en)
- ανακούφιση (από πόνο)
Επεξεργασία
Κέτσουα (qu)Επεξεργασία
ΡήμαΕπεξεργασία
allay (qu)
ΠηγέςΕπεξεργασία
Bolivian Quechua - English Dictionary by Philip S. Lott