Ετυμολογία

επεξεργασία
-ι- < (διαχρονικό δάνειο) αρχαία ελληνική -ι- σε αρχαία συνθετικά (όπως γαστρι-, ἀλεξι-) που ενυπάρχουν σε αρχαίες λέξεις που χρησιμοποιούνται και στα νέα ελληνικά ή σε επιστημονικούς όρους που προέρχονται από τα αρχαία ελληνικά

-ι- και -ί-

Σημειώσεις

επεξεργασία

Δείτε επίσης

επεξεργασία

  Μεταφράσεις

επεξεργασία



  Ετυμολογία

επεξεργασία
-ι- < (κληρονομημένο) αρχαία ελληνική -ι-

-ι- και -ί-



  Ετυμολογία

επεξεργασία
-ι- < λείπει η ετυμολογία

-ι- και -ί-