ἐπιτροποκηδεμών
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασίαΕτυμολογία
επεξεργασίαΟυσιαστικό
επεξεργασίαἐπιτροποκηδεμών αρσενικό
- (σπάνιο) άτομο το οποίο διαχειρίζεται την περιουσία που έχει κληρονομήσει ανήλικο άτομο μέχρι αυτό να ενηλικιωθεί
- ※ Ἐὰν δὲ εἰσὶ καὶ ἀνήλικα, ἡ παραλαβὴ καὶ χρῆσις τῶν διὰ τοῦ νόμου χορηγουμένων παραχωρήσεων γίνεται εἰς τὸν νόμιμον ἢ ἐκ διαθήκης ἐπίτροπον ἢ κηδεμόνα κατὰ τοὺς γενικοὺς περὶ ἐπιτροποκηδεμόνων νόμους.
- Πρακτικά των συνεδριάσεων της Βουλής κατά την β΄ σύνοδον της β΄ βουλευτικής περιόδου, 1849, σελ. 186
- ※ Νομολογία. Ταυτότης προσώπων. Ἐπιτροποκηδεμόνες.
- Σγούτας, Λεωνίδας Λ. (1861), Ευρετήριον της ελληνικής νομολογίας, Αθήνησι: χ.ε., σελ. 107
- ※ Ο Προκόπιος άφησε ως κληρονόμους τη σύζυγό του Αικατερίνη και τρία ανήλικα τέκνα, για τη διαχείριση της περιουσίας των οποίων διορίστηκαν «κηδεμονεπίτροποι» ή «επιτροποκηδεμόνες» η Αικατερίνη και δύο εξέχοντα μέλη της ελληνικής παροικίας της Τεργέστης, ο Ιωάννης Όμηρος και ο Διονύσιος Μανέτας.
- Γιαννικόπουλος, Ηλίας (7 Οκτωβρίου 2022), Πολύχρονοι δικαστικοί και εξώδικοι αγώνες Δημ. Περρούκα για την απόδοση παρακαταθήκης, Αργολική Βιβλιοθήκη
- ※ Ἐὰν δὲ εἰσὶ καὶ ἀνήλικα, ἡ παραλαβὴ καὶ χρῆσις τῶν διὰ τοῦ νόμου χορηγουμένων παραχωρήσεων γίνεται εἰς τὸν νόμιμον ἢ ἐκ διαθήκης ἐπίτροπον ἢ κηδεμόνα κατὰ τοὺς γενικοὺς περὶ ἐπιτροποκηδεμόνων νόμους.