• Αρχική σελίδα
  • Τυχαίο
  • Κοντινά
  • Σύνδεση
  • Ρυθμίσεις
  • Δωρεές
  • Σχετικά με Βικιλεξικό
  • Αποποίηση ευθυνών
Βικιλεξικό

ψυχαναλυτής

  • Γλώσσα
  • Παρακολούθηση
  • Επεξεργασία

Πίνακας περιεχομένων

  • 1 Νέα ελληνικά (el)
    • 1.1 Ετυμολογία
    • 1.2 Ουσιαστικό
      • 1.2.1 Συγγενικές λέξεις
      • 1.2.2 Μεταφράσεις

Νέα ελληνικά (el)Επεξεργασία

↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική ο ψυχαναλυτής οι ψυχαναλυτές
      γενική του ψυχαναλυτή των ψυχαναλυτών
    αιτιατική τον ψυχαναλυτή τους ψυχαναλυτές
     κλητική ψυχαναλυτή ψυχαναλυτές
Κατηγορία όπως «ποιητής» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

  Ετυμολογία Επεξεργασία

ψυχαναλυτής < ψυχή + αναλυτής < (μεταφραστικό δάνειο) γερμανική Ρsychoanalytiker

  ΟυσιαστικόΕπεξεργασία

ψυχαναλυτής αρσενικό (θηλυκό ψυχαναλύτρια)

  • (επάγγελμα) επιστήμονας ψυχίατρος που εφαρμόζει τη μέθοδο της ψυχανάλυσης

Συγγενικές λέξειςΕπεξεργασία

  • → δείτε τη λέξη ψυχανάλυση

  ΜεταφράσειςΕπεξεργασία

    ψυχαναλυτής
  • αγγλικά : psychoanalyst (en)
  • γερμανικά : Ρsychoanalytiker (de)
Ανακτήθηκε από "https://el.wiktionary.org/w/index.php?title=ψυχαναλυτής&oldid=5529922"
Τελευταία επεξεργασία στις 5 Φεβρουαρίου 2022, στις 10:48
Βικιλεξικό
  • Η σελίδα αυτή τροποποιήθηκε τελευταία φορά στις 5 Φεβρουαρίου 2022, στις 10:48.
  • Το περιεχόμενο είναι διαθέσιμο υπό CC BY-SA 3.0 εκτός αν αναφέρεται διαφορετικά.
  • Προστασία Προσωπικών Δεδομένων
  • Σχετικά με Βικιλεξικό
  • Αποποίηση ευθυνών
  • Όροι χρήσης
  • Επιφάνεια εργασίας
  • Προγραμματιστές
  • Στατιστικά
  • Δήλωση cookie