χρωματόσωμα
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασίαΕτυμολογία
επεξεργασίαΟυσιαστικό
επεξεργασίαχρωματόσωμα ουδέτερο και χρωμόσωμα
- * (βιολογία) σωματίδιο του κυτταρικού πυρήνα, που περιέχει τα γονίδια και αποτελείται από DNA και πρωτεΐνες
Μεταφράσεις
επεξεργασία χρωματόσωμα
|