• Αρχική σελίδα
  • Τυχαίο
  • Κοντινά
  • Σύνδεση
  • Ρυθμίσεις
  • Δωρεές
  • Σχετικά με Βικιλεξικό
  • Αποποίηση ευθυνών
Βικιλεξικό

χρηματοδότηση

  • Γλώσσα
  • Παρακολούθηση
  • Επεξεργασία

Πίνακας περιεχομένων

  • 1 Νέα ελληνικά (el)
    • 1.1 Ετυμολογία
    • 1.2 Ουσιαστικό
      • 1.2.1 Μεταφράσεις

Νέα ελληνικά (el)Επεξεργασία

↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική η χρηματοδότηση οι χρηματοδοτήσεις
      γενική της χρηματοδότησης* των χρηματοδοτήσεων
    αιτιατική τη χρηματοδότηση τις χρηματοδοτήσεις
     κλητική χρηματοδότηση χρηματοδοτήσεις
* παλιότερος λόγιος τύπος, χρηματοδοτήσεως
Κατηγορία όπως «δύναμη» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

  Ετυμολογία Επεξεργασία

χρηματοδότηση < χρηματοδοτώ + -ση

  ΟυσιαστικόΕπεξεργασία

χρηματοδότηση θηλυκό

  • η διαδικασία ή το αποτέλεσμα του χρηματοδοτώ

  ΜεταφράσειςΕπεξεργασία

    χρηματοδότηση
  • αγγλικά : funding (en)
Ανακτήθηκε από "https://el.wiktionary.org/w/index.php?title=χρηματοδότηση&oldid=5528832"
Τελευταία επεξεργασία στις 5 Φεβρουαρίου 2022, στις 08:03
Βικιλεξικό
  • Η σελίδα αυτή τροποποιήθηκε τελευταία φορά στις 5 Φεβρουαρίου 2022, στις 08:03.
  • Το περιεχόμενο είναι διαθέσιμο υπό CC BY-SA 3.0 εκτός αν αναφέρεται διαφορετικά.
  • Προστασία Προσωπικών Δεδομένων
  • Σχετικά με Βικιλεξικό
  • Αποποίηση ευθυνών
  • Όροι χρήσης
  • Επιφάνεια εργασίας
  • Προγραμματιστές
  • Στατιστικά
  • Δήλωση cookie