πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική ο χουλιγκανισμός οι χουλιγκανισμοί
      γενική του χουλιγκανισμού των χουλιγκανισμών
    αιτιατική τον χουλιγκανισμό τους χουλιγκανισμούς
     κλητική χουλιγκανισμέ χουλιγκανισμοί
Κατηγορία όπως «ναός» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία

επεξεργασία
ΔΦΑ : /xu.li.ɡa.niˈzmos/
τυπογραφικός συλλαβισμός: χουλιγκανισμός

Ουσιαστικό

επεξεργασία

χουλιγκανισμός αρσενικό

Συγγενικά

επεξεργασία

Μεταφράσεις

επεξεργασία

Αναφορές

επεξεργασία