↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική ο χοντράνθρωπος οι χοντράνθρωποι
      γενική του χοντράνθρωπου των χοντρανθρώπων
    αιτιατική τον χοντράνθρωπο τους χοντράνθρωπους
     κλητική χοντράνθρωπε χοντράνθρωποι
Κατηγορία όπως «χοντράνθρωπος» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

  Ετυμολογία

επεξεργασία
χοντράνθρωπος < χοντρ- + -άνθρωπος < χοντρός + άνθρωπος

  Προφορά

επεξεργασία
ΔΦΑ : /xonˈdɾan.θɾo.pos/
τυπογραφικός συλλαβισμός: χο‐ντράν‐θρω‐πος

  Ουσιαστικό

επεξεργασία

χοντράνθρωπος αρσενικό

  Μεταφράσεις

επεξεργασία