Αρχική σελίδα
Τυχαίο
Σύνδεση
Ρυθμίσεις
Δωρεές
Σχετικά με Βικιλεξικό
Αποποίηση ευθυνών
Αναζήτηση
χονδρόκοκκος
Γλώσσα
Παρακολούθηση
Επεξεργασία
Πίνακας περιεχομένων
1
Νέα ελληνικά
(el)
1.1
Ετυμολογία
1.2
Επίθετο
1.2.1
Άλλες μορφές
1.2.2
Συγγενικά
1.2.3
Μεταφράσεις
Νέα ελληνικά
(el)
επεξεργασία
↓
πτώσεις
ενικός
γένη
→
αρσενικό
θηλυκό
ουδέτερο
ονομαστική
ο
χονδρόκοκκ
ος
η
χονδρόκοκκ
η
το
χονδρόκοκκ
ο
γενική
του
χονδρόκοκκ
ου
της
χονδρόκοκκ
ης
του
χονδρόκοκκ
ου
αιτιατική
τον
χονδρόκοκκ
ο
τη
χονδρόκοκκ
η
το
χονδρόκοκκ
ο
κλητική
χονδρόκοκκ
ε
χονδρόκοκκ
η
χονδρόκοκκ
ο
↓
πτώσεις
πληθυντικός
γένη
→
αρσενικό
θηλυκό
ουδέτερο
ονομαστική
οι
χονδρόκοκκ
οι
οι
χονδρόκοκκ
ες
τα
χονδρόκοκκ
α
γενική
των
χονδρόκοκκ
ων
των
χονδρόκοκκ
ων
των
χονδρόκοκκ
ων
αιτιατική
τους
χονδρόκοκκ
ους
τις
χονδρόκοκκ
ες
τα
χονδρόκοκκ
α
κλητική
χονδρόκοκκ
οι
χονδρόκοκκ
ες
χονδρόκοκκ
α
Κατηγορία
όπως «
όμορφος
» -
Παράρτημα:Επίθετα & Μετοχές
Ετυμολογία
επεξεργασία
χονδρόκοκκος
<
χονδρό-
+
κόκκος
Επίθετο
επεξεργασία
χονδρόκοκκος, -η, -ο
που έχει
χοντρούς
κόκκους
Άλλες μορφές
επεξεργασία
χοντρόκοκκος
Συγγενικά
επεξεργασία
→
δείτε
τις λέξεις
χοντρός
και
κόκκος
Μεταφράσεις
επεξεργασία
χονδρόκοκκος
→
δείτε
τη λέξη
χοντρόκοκκος