Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία

↓ πτώσεις       ενικός      
ονομαστική η χολερυθρίνη
      γενική της χολερυθρίνης
    αιτιατική τη χολερυθρίνη
     κλητική χολερυθρίνη
Κατηγορία όπως «νίκη» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

  Ετυμολογία επεξεργασία

χολερυθρίνη < λόγια λέξη για να αποδοθεί με τη χολή και το ερυθρός η λέξη bilirubin (bile + ruby -ine)

  Ουσιαστικό επεξεργασία

χολερυθρίνη θηλυκό

  Μεταφράσεις επεξεργασία