φυλλομετρητής
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασίαΕτυμολογία
επεξεργασία- φυλλομετρητής < (μεταφραστικό δάνειο) αγγλική browser, ο όρος έχει προταθεί από την ΕΛΕΤΟ[1]
Ουσιαστικό
επεξεργασίαφυλλομετρητής αρσενικό
- (πληροφορική) (νεολογισμός) browser, web browser: το πρόγραμμα περιήγησης στο διαδίκτυο
- ※ Το ποιος είναι ο καλύτερος φυλλομετρητής είναι ένα ερώτημα που, απ’ ότι φαίνεται, ποτέ δεν παίρνει σαφείς απαντήσεις.[2]
Συνώνυμα
επεξεργασίαΔείτε επίσης
επεξεργασίαΜεταφράσεις
επεξεργασία φυλλομετρητής
Αναφορές
επεξεργασία- ↑ «φυλλομετρητής», «διαφυλλιστής» από αναζήτηση «browser» στη Βάση Τηλεπικοινωνιακών Όρων TELETERM από τη Μόνιμη Ομάδα Τηλεπικοινωνιακής Ορολογίας (ΜΟΤΟ), τον ΟΤΕ, τον ΕΛΟΤ και τον ΕΛΕΤΟ.
- ↑ Brave: ο φυλλομετρητής του μέλλοντος για υψηλές ταχύτητες πλοήγησης. Δημοσίευση 2018-10-28. Προσπέλαση 2020-05-18.
Πηγές
επεξεργασία- φυλλομετρητής - Χαραλαμπάκης, Χριστόφορος (επιμέλεια) (2014). Χρηστικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας. Αθήνα: Ακαδημία Αθηνών. (ψηφιοποιημένη έκδοση από το 2023, συντομογραφίες-σύμβολα)