↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική η φτυαριά οι φτυαριές
      γενική της φτυαριάς των φτυαριών
    αιτιατική τη φτυαριά τις φτυαριές
     κλητική φτυαριά φτυαριές
Οι καταλήξεις προφέρονται με συνίζηση.
Κατηγορία όπως «καρδιά» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

  Ετυμολογία

επεξεργασία
φτυαριά < φτυάρ(ι) + -ιά

  Προφορά

επεξεργασία
ΔΦΑ : /ftçaɾˈʝa/
τυπογραφικός συλλαβισμός: φτυα‐ριά

  Ουσιαστικό

επεξεργασία

φτυαριά θηλυκό

  1. χτύπημα με φτυάρι
  2. ό,τι χωράει σ' ένα φτυάρι και μπορεί να μεταφερθεί ή μετατοπιστεί μ' αυτό

Συγγενικά

επεξεργασία

→ και δείτε τη λέξη φτυάρι

  Μεταφράσεις

επεξεργασία