φουρνιώτικος
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασίαΕτυμολογία
επεξεργασία- φουρνιώτικος < Φουρνιώτ(ης) + -ικος < Φούρνοι
Επίθετο
επεξεργασίαφουρνιώτικος, -η, -ο
- ο σχετικός με τους Φούρνους Ικαρίας και τους κατοίκους των
Μεταφράσεις
επεξεργασία φουρνιώτικος
|