Αρχική σελίδα
Τυχαίο
Σύνδεση
Ρυθμίσεις
Δωρεές
Σχετικά με Βικιλεξικό
Αποποίηση ευθυνών
Αναζήτηση
φλογοσωλήνας
Γλώσσα
Παρακολούθηση
Επεξεργασία
Πίνακας περιεχομένων
1
Νέα ελληνικά
(el)
1.1
Ετυμολογία
1.2
Ουσιαστικό
1.2.1
Μεταφράσεις
Νέα ελληνικά
(el)
επεξεργασία
↓
πτώσεις
ενικός
πληθυντικός
ονομαστική
ο
φλογοσωλήν
ας
οι
φλογοσωλήν
ες
γενική
του
φλογοσωλήν
α
των
φλογοσωλήν
ων
αιτιατική
τον
φλογοσωλήν
α
τους
φλογοσωλήν
ες
κλητική
φλογοσωλήν
α
φλογοσωλήν
ες
Κατηγορία
όπως «
αγώνας
» -
Παράρτημα:Ουσιαστικά
Ετυμολογία
επεξεργασία
φλογοσωλήνας <
φλόγα
+
σωλήνας
Ουσιαστικό
επεξεργασία
φλογοσωλήνας
αρσενικό
ή
φλογαγωγός
οι σωλήνες που χρησιμοποιούνται ως
αγωγοί
θερμών αερίων της
καύσης
(σε
καυστήρες
,
φλόγιστρα
κ.λπ.)
Μεταφράσεις
επεξεργασία
φλογοσωλήνας
αγγλικά
:
fire-tube
(en)