Μεταλλική φλάντζα
↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική η φλάντζα οι φλάντζες
      γενική της φλάντζας των φλαντζών
    αιτιατική τη φλάντζα τις φλάντζες
     κλητική φλάντζα φλάντζες
Κατηγορία όπως «σοφία» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

  Ετυμολογία

επεξεργασία
φλάντζα < αγγλική flange

  Ουσιαστικό

επεξεργασία

φλάντζα θηλυκό

Άλλες γραφές

επεξεργασία

  Μεταφράσεις

επεξεργασία