φιλοσοβιετικός
Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία
Ετυμολογία επεξεργασία
- φιλοσοβιετικός < φιλο- + σοβιετικός
Επίθετο επεξεργασία
φιλοσοβιετικός
- παλιότερα, εκείνος που είχε αριστερές αντιλήψεις και που ειδικότερα συμπαθούσε το ΚΚΕ ή είχε την πεποίθηση ότι η Ελλάδα θα βρει στήριξη στο σοβιετικό συνασπισμό και όχι στο ΝΑΤΟ
- το άτομο αλλά και η χώρα που ενέκρινε το σοσιαλιστικό καθεστώς στην ΕΣΣΔ, που συμφωνούσε με την εστωτερική αλλά και την εξωτερική πολιτική που αυτό ακολουθούσε
- η φιλοσοβιετική Κούβα
Συγγενικά επεξεργασία
Μεταφράσεις επεξεργασία
φιλοσοβιετικός
|