Αρχική σελίδα
Τυχαίο
Σύνδεση
Ρυθμίσεις
Δωρεές
Σχετικά με Βικιλεξικό
Αποποίηση ευθυνών
Αναζήτηση
φερεγγυότητα
Γλώσσα
Παρακολούθηση
Επεξεργασία
Πίνακας περιεχομένων
1
Νέα ελληνικά
(el)
1.1
Ετυμολογία
1.2
Ουσιαστικό
1.2.1
Συνώνυμα
1.2.2
Συγγενικά
1.2.3
Μεταφράσεις
Νέα ελληνικά
(el)
επεξεργασία
↓
πτώσεις
ενικός
πληθυντικός
ονομαστική
η
φερεγγυότητ
α
οι
φερεγγυότητ
ες
γενική
της
φερεγγυότητ
ας
των
φερεγγυοτήτ
ων
αιτιατική
τη
φερεγγυότητ
α
τις
φερεγγυότητ
ες
κλητική
φερεγγυότητ
α
φερεγγυότητ
ες
Κατηγορία
όπως «
σάλπιγγα
» -
Παράρτημα:Ουσιαστικά
Ετυμολογία
επεξεργασία
φερεγγυότητα
< (
καθαρεύουσα
) φερεγγυότης <
φερέγγυος
+
-ότης
Ουσιαστικό
επεξεργασία
φερεγγυότητα
θηλυκό
η
αξιοπιστία
σε οικονομικές κυρίως συναλλαγές
Συνώνυμα
επεξεργασία
αξιόχρεο
Συγγενικά
επεξεργασία
φερέγγυος
Μεταφράσεις
επεξεργασία
φερεγγυότητα
αγγλικά
:
solvency
(en)