Δείτε επίσης: ὑπνοφαντασιά
↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική η υπνοφαντασιά οι υπνοφαντασιές
      γενική της υπνοφαντασιάς των υπνοφαντασιών
    αιτιατική την υπνοφαντασιά τις υπνοφαντασιές
     κλητική υπνοφαντασιά υπνοφαντασιές
Οι καταλήξεις προφέρονται με συνίζηση.
Κατηγορία όπως «καρδιά» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

  Ετυμολογία

επεξεργασία
υπνοφαντασιά < υπν(ος) + -ο- + -φαντασιά < ύπνος + φαντασία

  Ουσιαστικό

επεξεργασία

υπνοφαντασιά θηλυκό

  • (λογοτεχνικό) όνειρο ή όραμα κατά τη διάρκεια του ύπνου
    ※  Απόψ' είδα στον ύπνο μου, στην υπνοφαντασιά μου,
    θολό ποτάμι πέρναγα και πέρα δεν εβγήκα.
    Ελάτε να σκορπίσουμε, μπουλούκια να γενούμε.
    Σύρε, Γιώργη μ', στον τόπο σου, Νικήτα, στο Λοντάρι,
    εγώ πάω στην Καρύταινα, πάω στους εδικούς μου,
    ν' αφήσω τη διαθήκη μου και τις παραγγελιές μου,
    'τι θα περάσω θάλασσα, στη Ζάκυνθο θα πάω".
    Απόσπασμα στίχων από το δημοτικό τραγούδι Των Κολοκοτρωναίων.

Άλλες μορφές

επεξεργασία

Συγγενικά

επεξεργασία

  Μεταφράσεις

επεξεργασία