υπερσυμπαντικός
Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία
Ετυμολογία el επεξεργασία
- υπερσυμπαντικός < υπερ- + συμπαντικός • Η Ετυμολογία χρειάζεται ανάπτυξη με τεκμηρίωση. Μπορείτε να βοηθήσετε;
Επίθετο επεξεργασία
υπερσυμπαντικός, ή, ό
- (αστρονομία, φυσική) που ανήκει σε διαφορετικά σύμπαν από το δικό μας
Μεταφράσεις επεξεργασία
υπερσυμπαντικός