υγροηλεκτρισμός
Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία
Ετυμολογία επεξεργασία
- υγροηλεκτρισμός < υγρο- + ηλεκτρισμός
Προφορά επεξεργασία
- ΔΦΑ : /i.ɣɾo.i.lek.tɾiˈzmos/
- τυπογραφικός συλλαβισμός : υ‐γρο‐η‐λεκ‐τρι‐σμός
Ουσιαστικό επεξεργασία
υγροηλεκτρισμός αρσενικό
- (νεολογισμός) τεχνολογία που χρησιμοποιεί την υγρασία της ατμόσφαιρας για την παραγωγή ηλεκτρισμού
- ※ Υγροηλεκτρισμός: Φως από τον αέρα (*, Η Ελευθεροτυπία, 6 Σεπτεμβρίου 2010)
Μεταφράσεις επεξεργασία
υγροηλεκτρισμός
|
Πηγές επεξεργασία
- Δελτίο Επιστημονικής Ορολογίας και Νεολογισμών. Ακαδημία Αθηνών. Τεύχος 11, έτος 2012, ISSN: 1106‑8027. Διαθέσιμο pdf στο repository.academyofathens.gr