τσατάρισμα
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασίαΕτυμολογία
επεξεργασίαΟυσιαστικό
επεξεργασίατσατάρισμα ουδέτερο
- (διαδικτυακή αργκό, νεολογισμός, ανεπίσημο, πληροφορική) η διαδικασία ή το αποτέλεσμα του τσατάρω, άμεση γραπτή επικοινωνία με άλλα άτομα μέσα σε εικονικές αίθουσες
Συγγενικά
επεξεργασίαΜεταφράσεις
επεξεργασία τσατάρισμα