τρολλαριστής
Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία
Ετυμολογία επεξεργασία
Ουσιαστικό επεξεργασία
τρολλαριστής αρσενικό
- (διαδικτυακή αργκό, νεολογισμός) ετυμολογική γραφή του τρολαριστής
Μεταφράσεις επεξεργασία
τρολλαριστής
|
Αυτή η σελίδα προτείνεται στην κατηγορία των σελίδων για διαγραφή .
Σημειώνουμε αν εξελίσσεται συζήτηση στη Σελίδα Συζήτησης του άρθρου ή στο Δωμάτιο Συζήτησης Διαγραφών.
Άλλως, αν δεν υπάρχει αντίρρηση το λήμμα θα διαγραφεί σε 15 ημέρες ή νωρίτερα, με ευθύνη διαχειριστή. |
τρολλαριστής αρσενικό
|