Αρχική σελίδα
Τυχαίο
Σύνδεση
Ρυθμίσεις
Δωρεές
Σχετικά με Βικιλεξικό
Αποποίηση ευθυνών
Αναζήτηση
τρικινητήριος
Γλώσσα
Παρακολούθηση
Επεξεργασία
Πίνακας περιεχομένων
1
Νέα ελληνικά
(el)
1.1
Ετυμολογία
1.2
Επίθετο
1.2.1
Μεταφράσεις
Νέα ελληνικά
(el)
επεξεργασία
↓
πτώσεις
ενικός
γένη
→
αρσενικό
θηλυκό
ουδέτερο
ονομαστική
ο
τρικινητήρι
ος
η
τρικινητήρι
α
το
τρικινητήρι
ο
γενική
του
τρικινητήρι
ου
της
τρικινητήρι
ας
του
τρικινητήρι
ου
αιτιατική
τον
τρικινητήρι
ο
την
τρικινητήρι
α
το
τρικινητήρι
ο
κλητική
τρικινητήρι
ε
τρικινητήρι
α
τρικινητήρι
ο
↓
πτώσεις
πληθυντικός
γένη
→
αρσενικό
θηλυκό
ουδέτερο
ονομαστική
οι
τρικινητήρι
οι
οι
τρικινητήρι
ες
τα
τρικινητήρι
α
γενική
των
τρικινητήρι
ων
των
τρικινητήρι
ων
των
τρικινητήρι
ων
αιτιατική
τους
τρικινητήρι
ους
τις
τρικινητήρι
ες
τα
τρικινητήρι
α
κλητική
τρικινητήρι
οι
τρικινητήρι
ες
τρικινητήρι
α
ομάδα 'ωραίος'
,
Κατηγορία
όπως «
θαυμάσιος
» -
Παράρτημα:Επίθετα & Μετοχές
Ετυμολογία
επεξεργασία
τρικινητήριος
<
τρι-
+
κινητήρας
Επίθετο
επεξεργασία
τρικινητήριος, -α, -ο
(
μηχανολογία
): αυτός που φέρει ή λειτουργεί με τρεις κινητήρες
τρικινητήριο
αεροσκάφος
Μεταφράσεις
επεξεργασία
τρικινητήριος
γαλλικά
:
trimoteur
(fr)