Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία

↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική το τουβλάκι τα τουβλάκια
      γενική
    αιτιατική το τουβλάκι τα τουβλάκια
     κλητική τουβλάκι τουβλάκια
Η κατάληξη του πληθυντικού -ια προφέρεται με συνίζηση.
Κατηγορία όπως «παιδάκι» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

  Ετυμολογία επεξεργασία

τουβλάκι, υποκοριστικό του τούβλο

  Ουσιαστικό επεξεργασία

τουβλάκι ουδέτερο

  1. μικρό τούβλο
  2. (οικείο) χαζούλης, αφελής

  Μεταφράσεις επεξεργασία