τετραγωνοπρόσωπος
Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία
Ετυμολογία επεξεργασία
Επίθετο επεξεργασία
τετραγωνοπρόσωπος, -η, -ο
- αυτός που έχει τετράγωνο πρόσωπο
Συγγενικά επεξεργασία
Μεταφράσεις επεξεργασία
τετραγωνοπρόσωπος
|
τετραγωνοπρόσωπος, -η, -ο
|