τετρααιθυλικός
Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία
Ετυμολογία επεξεργασία
Επίθετο επεξεργασία
τετρααιθυλικός, -η, -ο
- (χημεία): χημική ένωση τεσσάρων ομάδων αιθυλίου του μολύβδου, που χρησιμοποιείται στη βενζίνη ως αντικροτικό πρόσθετο.
- τετρααιθυλικός μόλυβδος
Συνώνυμα επεξεργασία
Μεταφράσεις επεξεργασία
τετρααιθυλικός
|