τερπικέραυνος
Αρχαία ελληνικά (grc)
επεξεργασίαΕτυμολογία
επεξεργασία- τερπικέραυνος < → λείπει η ετυμολογία
Επίθετο
επεξεργασίατερπικέραυνος, -ος, -ον
- (ως επιθετικός προσδιορισμός του Δία) που ευχαριστιέται με τους κεραυνούς
- ※ 8ος πκε αιώνας ⌘ Ὅμηρος, Ἰλιάς, στη Βικιθήκη
- 16 (Π. Πατρόκλεια.), στίχ. 232 (231-232)
- εὔχετ᾽ ἔπειτα στὰς μέσῳ ἕρκεϊ, λεῖβε δὲ οἶνον | οὐρανὸν εἰσανιδών· Δία δ᾽ οὐ λάθε τερπικέραυνον·
- τα μάτια προς τον ουρανόν, εσπόνδιζε κι ευχόνταν· | και στην φωνήν του επρόσεχεν ο χαιρεβρόντης Δίας.
- Έμμετρη μετάφραση (1922): Ιάκωβος Πολυλάς, @greek‑language.gr
- εὔχετ᾽ ἔπειτα στὰς μέσῳ ἕρκεϊ, λεῖβε δὲ οἶνον | οὐρανὸν εἰσανιδών· Δία δ᾽ οὐ λάθε τερπικέραυνον·
- 1 (Α. Λοιμός. Μῆνις.), στίχ. 419 (419-420)
- τοῦτο δέ τοι ἐρέουσα ἔπος Διὶ τερπικεραύνῳ | εἶμ᾽ αὐτὴ πρὸς Ὄλυμπον ἀγάννιφον, αἴ κε πίθηται.
- κι εγώ τον λόγον σου να ειπώ του βροντοφόρου Δία, | στον χιονισμένον Όλυμπον θα υπάγω, αν θα μ᾽ ακούσει.
- Έμμετρη μετάφραση (1922): Ιάκωβος Πολυλάς, @greek‑language.gr
- τοῦτο δέ τοι ἐρέουσα ἔπος Διὶ τερπικεραύνῳ | εἶμ᾽ αὐτὴ πρὸς Ὄλυμπον ἀγάννιφον, αἴ κε πίθηται.
- 16 (Π. Πατρόκλεια.), στίχ. 232 (231-232)
- ※ 7ος πκε αιώνας ⌘ Ἡσίοδος, Ἔργα καὶ Ἡμέραι, 52 (50-52)
- τὸ μὲν αὖτις ἐὺς πάις Ἰαπετοῖο | ἔκλεψ᾽ ἀνθρώποισι Διὸς παρὰ μητιόεντος | ἐν κοίλῳ νάρθηκι, λαθὼν Δία τερπικέραυνον.
- Και πάλι αυτήν ο γενναίος ο γιος του Ιαπετού | την έκλεψε για χάρη των ανθρώπων από το συνετό το Δία | σε κούφιο καλάμι μέσα, αφού από την προσοχή του κεραυνόχαρου Δία ξέφυγε.
- Μετάφραση (2001): Σταύρος Γκιργκένης, Θεσσαλονίκη: Ζήτρος @greek‑language.gr
- τὸ μὲν αὖτις ἐὺς πάις Ἰαπετοῖο | ἔκλεψ᾽ ἀνθρώποισι Διὸς παρὰ μητιόεντος | ἐν κοίλῳ νάρθηκι, λαθὼν Δία τερπικέραυνον.
- ※ 8ος πκε αιώνας ⌘ Ὅμηρος, Ἰλιάς, στη Βικιθήκη
Συγγενικά
επεξεργασίαΠηγές
επεξεργασία- τερπικέραυνος - Επιτομή του Λεξικού Λίντελ-Σκοτ, Λεξικό της Αρχαίας Ελληνικής Γλώσσας (Επιτομή του Μεγάλου Λεξικού, εκδ. Πελεκάνος, 2007), Ψηφίδες στο Κέντρο Ελληνικής Γλώσσας, 2012
- τερπικέραυνος - ΛΟΓΕΙΟΝ (αγγλικά, από το 2011) Λεξικά για την αρχαία ελληνική και λατινική γλώσσα (στα αγγλικά, γαλλικά, ισπανικά, κ.λπ.) Πανεπιστήμιο του Σικάγου.