ταχυφαγία
Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία
Ετυμολογία επεξεργασία
- ταχυφαγία (νεολογισμός) < ταχυφαγείο, ταχυ- + -φαγία • Η Ετυμολογία χρειάζεται ανάπτυξη με τεκμηρίωση. Μπορείτε να βοηθήσετε;
Προφορά επεξεργασία
- ΔΦΑ : /ta.çi.faˈʝi.a/
Ουσιαστικό επεξεργασία
ταχυφαγία θηλυκό
- (γαστρονομία) η κατανάλωση γρήγορου φαγητού, φαγητού που παρασκευάζεται σε ταχυφαγεία
- ※ Η μελέτη διερεύνησε τις επιπτώσεις των γευμάτων ταχυφαγίας στο αναπαραγωγικό σύστημα γυναικών με πολυκυστικές ωοθήκες. Το γρήγορο φαγητό εκκρίνει γλυκοτοξίνες, οι οποίες απορροφούνται από το έντερο και επηρεάζουν τον μεταβολισμό, όπως και τα αγγεία. (kathimerini.gr)
Αντώνυμα επεξεργασία
Συγγενικά επεξεργασία
- ταχυφαγείο
- → δείτε τις λέξεις ταχύς και τρώω