• Αρχική σελίδα
  • Τυχαίο
  • Σύνδεση
  • Ρυθμίσεις
Donate Now If this site has been useful to you, please give today.
  • Σχετικά με Βικιλεξικό
  • Αποποίηση ευθυνών
Βικιλεξικό

συντοπίτης

  • Γλώσσα
  • Παρακολούθηση
  • Επεξεργασία

Πίνακας περιεχομένων

  • 1 Νέα ελληνικά (el)
    • 1.1 Ετυμολογία
    • 1.2 Ουσιαστικό
      • 1.2.1 Υπερώνυμα
      • 1.2.2 Υπώνυμα
      • 1.2.3 Μεταφράσεις

Νέα ελληνικά (el)

επεξεργασία
↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική ο συντοπίτης οι συντοπίτες
      γενική του συντοπίτη των συντοπιτών
    αιτιατική τον συντοπίτη τους συντοπίτες
     κλητική συντοπίτη συντοπίτες
Κατηγορία όπως «ναύτης» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία

επεξεργασία
συντοπίτης < συν- + τόπος + -ίτης

Ουσιαστικό

επεξεργασία

συντοπίτης αρσενικό και συντοπίτισσα θηλυκό

  • αυτός που κατάγεται από τον ίδιο τόπο με κάποιον άλλον

Υπερώνυμα

επεξεργασία
  • συμπατριώτης
  • πατριώτης

Υπώνυμα

επεξεργασία
  • συγχωριανός

Μεταφράσεις

επεξεργασία
    συντοπίτης
Ανακτήθηκε από "https://el.wiktionary.org/w/index.php?title=συντοπίτης&oldid=7111589"
Τελευταία επεξεργασία στις 11 Μαΐου 2025, στις 16:45

Γλώσσες

    • Polski
    Βικιλεξικό
    • Wikimedia Foundation
    • Powered by MediaWiki
    • Η σελίδα αυτή τροποποιήθηκε τελευταία φορά στις 11 Μαΐου 2025, στις 16:45.
    • Το περιεχόμενο είναι διαθέσιμο υπό CC BY-SA 4.0 εκτός αν αναφέρεται διαφορετικά.
    • Προστασία Προσωπικών Δεδομένων
    • Σχετικά με Βικιλεξικό
    • Αποποίηση ευθυνών
    • Κώδικας συμπεριφοράς
    • Προγραμματιστές
    • Στατιστικά
    • Δήλωση cookie
    • Όροι χρήσης
    • Επιφάνεια εργασίας