Αρχική σελίδα
Τυχαίο
Σύνδεση
Ρυθμίσεις
Δωρεές
Σχετικά με Βικιλεξικό
Αποποίηση ευθυνών
Αναζήτηση
συναλλάξιμος
Γλώσσα
Παρακολούθηση
Επεξεργασία
Νέα ελληνικά
(el)
επεξεργασία
↓
πτώσεις
ενικός
γένη
→
αρσενικό
θηλυκό
ουδέτερο
ονομαστική
ο
συναλλάξιμ
ος
η
συναλλάξιμ
η
το
συναλλάξιμ
ο
γενική
του
συναλλάξιμ
ου
της
συναλλάξιμ
ης
του
συναλλάξιμ
ου
αιτιατική
τον
συναλλάξιμ
ο
τη
συναλλάξιμ
η
το
συναλλάξιμ
ο
κλητική
συναλλάξιμ
ε
συναλλάξιμ
η
συναλλάξιμ
ο
↓
πτώσεις
πληθυντικός
γένη
→
αρσενικό
θηλυκό
ουδέτερο
ονομαστική
οι
συναλλάξιμ
οι
οι
συναλλάξιμ
ες
τα
συναλλάξιμ
α
γενική
των
συναλλάξιμ
ων
των
συναλλάξιμ
ων
των
συναλλάξιμ
ων
αιτιατική
τους
συναλλάξιμ
ους
τις
συναλλάξιμ
ες
τα
συναλλάξιμ
α
κλητική
συναλλάξιμ
οι
συναλλάξιμ
ες
συναλλάξιμ
α
Κατηγορία
όπως «
όμορφος
» -
Παράρτημα:Επίθετα & Μετοχές
Επίθετο
επεξεργασία
συναλλάξιμος, -η, -ο
που δύναται να συναλλαχθεί
που είναι δυνητικά αποδεκτός ως αντικείμενο συναλλαγής
που συναλλάσσεται νόμιμα
Μεταφράσεις
επεξεργασία
συναλλάξιμος
αγγλικά
:
tradable
(en)
,
fungible
(en)
,
exchangeable
(en)