↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική η στεριά οι στεριές
      γενική της στεριάς των στεριών
    αιτιατική τη στεριά τις στεριές
     κλητική στεριά στεριές
Οι καταλήξεις προφέρονται με συνίζηση.
Κατηγορία όπως «καρδιά» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

  Ετυμολογία

επεξεργασία
στεριά < μεσαιωνική ελληνική στεριά < στερεά

  Ουσιαστικό

επεξεργασία

στεριά θηλυκό

  Μεταφράσεις

επεξεργασία