↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική η σπετσαρία οι σπετσαρίες
      γενική της σπετσαρίας των σπετσαριών
    αιτιατική τη σπετσαρία τις σπετσαρίες
     κλητική σπετσαρία σπετσαρίες
Κατηγορία όπως «σοφία» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

  Ετυμολογία

επεξεργασία
σπετσαρία < ιταλική spezieria[1] < spezia +‎ -eria

  Ουσιαστικό

επεξεργασία

σπετσαρία θηλυκό

Συγγενικά

επεξεργασία

  Μεταφράσεις

επεξεργασία

  Αναφορές

επεξεργασία
  1. Πάπυρος–Λαρούς–Μπριτάννικα: Λεξικό της ελληνικής γλώσσας, αρχαίας - μεσαιωνικής - νέας, ερμηνευτικό - ετυμολογικό. Αθήνα: Πάπυρος, 1981‑1994, έκδοση: 2013.

  Ετυμολογία

επεξεργασία
σπετσαρία < (άμεσο δάνειο) ιταλική spezieria[1]

  Ουσιαστικό

επεξεργασία

σπετσαρία θηλυκό

  • φαρμακείο
    ※  17ος/18ος αιώνας, Πέτρος Κατσαΐτης, Ιφιγένεια, Πράξη Πέμπτη, στίχ. 652 (651-652)
    Καὶ ὕστερα, ἂν συβάσωμε μ᾿ αὐτὸν τὴν πραματεία,
    τὴν μούμια αὐτή, θέλω τοῦ εἰπῶ, πάγω στὴ σπετσαρία.
    Εμμανουήλ Κριαράς, Κατσαΐτης: Ιφιγένεια - Θύεστης, Κλαθμός Πελοποννήσου, ανέκδοτα έργα. Κριτική έκδοση με εισαγωγή, σημειώσεις και γλωσσάριο, Αθήνα 1950, (1η έκδοση), σελ. 100
    ※  17ος/18ος αιώνας, Πέτρος Κατσαΐτης, Ιφιγένεια, Πράξη Πέμπτη, στίχ. 828 (826-830)
    Ὅμοια μούμια σὰν αὐτὴ δὲν εἶδα, στὴν ψυχή μου.
    Ἐτοῦτο τὸ πολύτιμο πρᾶμα πρέπει νὰ στήσω
    ὀρτὸ στὴν σπετσαρία μου γιὰ νὰ τήνε στολίσω.
    Ἄ! βόηθα μου, Μπαρλάκια μου, ὄμορφα νὰ τὴ βάλω
    ἐδῶ πού 'ν᾿ ἡ φατσάδα μου σὰν θησαυρὸ μεγάλο.
    Εμμανουήλ Κριαράς, Κατσαΐτης: Ιφιγένεια - Θύεστης, Κλαθμός Πελοποννήσου, ανέκδοτα έργα. Κριτική έκδοση με εισαγωγή, σημειώσεις και γλωσσάριο, Αθήνα 1950, (1η έκδοση), σελ. 105

Άλλες μορφές

επεξεργασία

Συγγενικά

επεξεργασία

Κλιτικοί τύποι

επεξεργασία
  • σπετσαρία (ονομαστική, αιτιατική και κλητική ενικού)

  Αναφορές

επεξεργασία
  1. Εμμανουήλ Κριαράς, Κατσαΐτης: Ιφιγένεια - Θύεστης, Κλαθμός Πελοποννήσου, ανέκδοτα έργα. Κριτική έκδοση με εισαγωγή, σημειώσεις και γλωσσάριο, Αθήνα 1950, (1η έκδοση), σελ. 362