σπάρτινος
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασίαΕτυμολογία
επεξεργασία- σπάρτινος < (διαχρονικό δάνειο) αρχαία ελληνική σπάρτινος[1]
Προφορά
επεξεργασία- ΔΦΑ : /ˈspaɾ.ti.nos/
- τυπογραφικός συλλαβισμός : σπάρ‐τι‐νος
Επίθετο
επεξεργασίασπάρτινος, -η, -ο
Μεταφράσεις
επεξεργασία σπάρτινος
|
Αναφορές
επεξεργασία- ↑ σπάρτινος - Λεξικό της Κοινής Νεοελληνικής (1998) του Ιδρύματος Μανόλη Τριανταφυλλίδη (συντομογραφίες-σύμβολα). Η Πύλη για την ελληνική γλώσσα, Κέντρο Ελληνικής Γλώσσας
Αρχαία ελληνικά (grc)
επεξεργασίαΠηγές
επεξεργασία- σπάρτινος - Επιτομή του Λεξικού Λίντελ-Σκοτ, Λεξικό της Αρχαίας Ελληνικής Γλώσσας (Επιτομή του Μεγάλου Λεξικού, εκδ. Πελεκάνος, 2007), Ψηφίδες στο Κέντρο Ελληνικής Γλώσσας, 2012
- σπάρτινος - ΛΟΓΕΙΟΝ (αγγλικά, από το 2011) Λεξικά για την αρχαία ελληνική και λατινική γλώσσα (στα αγγλικά, γαλλικά, ισπανικά, κ.λπ.) Πανεπιστήμιο του Σικάγου.