↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική το σουλιωτοχώριι τα σουλιωτοχώριια
      γενική του σουλιωτοχωριιού των σουλιωτοχωριιών
    αιτιατική το σουλιωτοχώριι τα σουλιωτοχώριια
     κλητική σουλιωτοχώριι σουλιωτοχώριια
Οι καταλήξεις -ιού, -ια, -ιών προφέρονται με συνίζηση.
Κατηγορία όπως «τραγούδι» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

  Ετυμολογία

επεξεργασία
σουλιωτοχώρια < Σουλιώτης (< Σούλι < αλβανικά shul) + -ο- + χωρ(ιό) + ια

  Ουσιαστικό

επεξεργασία

σουλιωτοχώρια ουδέτερο στον πληθυντικό

  • χωριά του Σουλίου
    ※  Στα πέντε Σουλιωτοχώρια η επικοινωνία είναι δραματική, τα τηλέφωνα έχουν διαρκώς βλάβη. Εδώ και δύο χρόνια, όμως, η κατάσταση έχει φτάσει στο απροχώρητο. (*)

Συγγενικά

επεξεργασία

  Μεταφράσεις

επεξεργασία