• Αρχική σελίδα
  • Τυχαίο
  • Σύνδεση
  • Ρυθμίσεις
Donate Now If this site has been useful to you, please give today.
  • Σχετικά με Βικιλεξικό
  • Αποποίηση ευθυνών
Βικιλεξικό

σκηνορράφος

  • Γλώσσα
  • Παρακολούθηση
  • Επεξεργασία
Δείτε επίσης : σκηνογράφος

Πίνακας περιεχομένων

  • 1 Νέα ελληνικά (el)
    • 1.1 Ετυμολογία
    • 1.2 Ουσιαστικό
      • 1.2.1 Μεταφράσεις

Νέα ελληνικά (el)

επεξεργασία
↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική ο/η σκηνορράφος οι σκηνορράφοι
      γενική του/της σκηνορράφου των σκηνορράφων
    αιτιατική τον/τη σκηνορράφο τους/τις σκηνορράφους
     κλητική σκηνορράφε σκηνορράφοι
Κατηγορία όπως «ζωγράφος» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία

επεξεργασία
σκηνορράφος < ελληνιστική κοινή σκηνορράφος < αρχαία ελληνική σκηνή + ῥάπτω

Ουσιαστικό

επεξεργασία

σκηνορράφος αρσενικό ή θηλυκό

  • (λόγιο, παρωχημένο, επάγγελμα) σκηνοποιός

Μεταφράσεις

επεξεργασία
    σκηνορράφος
  • → δείτε τη λέξη σκηνοποιός
Ανακτήθηκε από "https://el.wiktionary.org/w/index.php?title=σκηνορράφος&oldid=5388665"
Τελευταία επεξεργασία στις 25 Δεκεμβρίου 2021, στις 19:43

Γλώσσες

      Αυτή η σελίδα δεν είναι διαθέσιμη σε άλλες γλώσσες.

      Βικιλεξικό
      • Wikimedia Foundation
      • Powered by MediaWiki
      • Η σελίδα αυτή τροποποιήθηκε τελευταία φορά στις 25 Δεκεμβρίου 2021, στις 19:43. Page was rendered with Parsoid.
      • Το περιεχόμενο είναι διαθέσιμο υπό CC BY-SA 4.0 εκτός αν αναφέρεται διαφορετικά.
      • Προστασία Προσωπικών Δεδομένων
      • Σχετικά με Βικιλεξικό
      • Αποποίηση ευθυνών
      • Κώδικας συμπεριφοράς
      • Προγραμματιστές
      • Στατιστικά
      • Δήλωση cookie
      • Όροι χρήσης
      • Επιφάνεια εργασίας