σαουδικός
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασίαΕτυμολογία
επεξεργασίασαουδικός < αγγλική Saudi < αραβική سعودي (suʿūdiyy) < سعود (suʿūd)
Επίθετο
επεξεργασίασαουδικός, -ή, -ό
Συγγενικά
επεξεργασία- → δείτε τη λέξη Σαουδική Αραβία
Μεταφράσεις
επεξεργασία σαουδικός
|