Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία

↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική το ριχτάρι τα ριχτάρια
      γενική του ριχταριού των ριχταριών
    αιτιατική το ριχτάρι τα ριχτάρια
     κλητική ριχτάρι ριχτάρια
Οι καταλήξεις -ιού, -ια, -ιών προφέρονται με συνίζηση.
Κατηγορία όπως «τραγούδι» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

  Ετυμολογία επεξεργασία

ριχτάρι < (μεταφραστικό δάνειο) αγγλική throw

  Ουσιαστικό επεξεργασία

ριχτάρι ουδέτερο

  • κάλυμμα από ύφασμα που απλώνεται πάνω σε καναπέ, πολυθρόνα κλπ. για διακοσμητικούς λόγους

  Μεταφράσεις επεξεργασία