ρεμπελιό
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασία↓ πτώσεις | ενικός | πληθυντικός | ||
---|---|---|---|---|
ονομαστική | το | ρεμπελιό | τα | ρεμπελιά |
γενική | του | ρεμπελιού | των | ρεμπελιών |
αιτιατική | το | ρεμπελιό | τα | ρεμπελιά |
κλητική | ρεμπελιό | ρεμπελιά | ||
Κατηγορία όπως «βουνό» - Παράρτημα:Ουσιαστικά |
Ετυμολογία
επεξεργασία- ρεμπελιό < βενετική rebelion < rebelo (επαναστάτης, ρέμπελος) < λατινική rebellis < rebello < bellum
Ουσιαστικό
επεξεργασίαρεμπελιό ουδέτερο
- (παρωχημένο) η εξέγερση, η επανάσταση
- (παρωχημένο) τεμπέλικη ζωή, το αραλίκι
- (παρωχημένο, ιδιωματικό) αταξία, αδιαφορία
Συγγενικά
επεξεργασία- → δείτε τη λέξη ρέμπελος
Μεταφράσεις
επεξεργασίαΠηγές
επεξεργασία- ρεμπελιό - Λεξικό της Κοινής Νεοελληνικής (1998) του Ιδρύματος Μανόλη Τριανταφυλλίδη (συντομογραφίες-σύμβολα). Η Πύλη για την ελληνική γλώσσα, Κέντρο Ελληνικής Γλώσσας
- ρεμπελιό - Χαραλαμπάκης, Χριστόφορος (επιμέλεια) (2014). Χρηστικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας. Αθήνα: Ακαδημία Αθηνών. (ψηφιοποιημένη έκδοση από το 2023, συντομογραφίες-σύμβολα)
- ρεμπελιό - Αναστασιάδη - Συμεωνίδη, Άννα (2003). Αντίστροφο λεξικό της νέας ελληνικής. Ινστιτούτο Νεοελληνικών Σπουδών. Ίδρυμα Μανόλη Τριανταφυλλίδη. (συντομογραφίες)
- Κοντομίχης, Πανταζής (2001). Λεξικό του λευκαδίτικου γλωσσικού ιδιώματος (Ιδιωματικό - ερμηνευτικό - λαογραφικό) [Λαογραφικά Λευκάδας, αρ. 7], Αθήνα: Εκδόσεις Γρηγόρη.
- Λάζαρης, Χριστόφορος Γ. (1970). Τα λευκαδίτικα. Ετυμολογικόν και ερμηνευτικόν λεξιλόγιον των γλωσσικών ιδιωμάτων της νήσου Λευκάδος, Ιωάννινα: Εκτύπωσις Ευριπίδη Κ. Θέμελη.