ραφιγραφικός
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασίαΕτυμολογία
επεξεργασία- ραφιγραφικός < ραφιγράφος / ραφιγραφία + -ικός
Επίθετο
επεξεργασίαραφιγραφικός
- που έχει σχέση με τη ραφιγραφία ή τον ραφιγράφο ή αναφέρεται σ' αυτά
Άλλες μορφές
επεξεργασίαΜεταφράσεις
επεξεργασία ραφιγραφικός
|
Πηγές
επεξεργασία- ραφιγραφικός - Αναστασιάδη - Συμεωνίδη, Άννα (2003). Αντίστροφο λεξικό της νέας ελληνικής. Ινστιτούτο Νεοελληνικών Σπουδών. Ίδρυμα Μανόλη Τριανταφυλλίδη. (συντομογραφίες)