πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική το ραπανάκι τα ραπανάκια
      γενική
    αιτιατική το ραπανάκι τα ραπανάκια
     κλητική ραπανάκι ραπανάκια
Η κατάληξη του πληθυντικού -ια προφέρεται με συνίζηση.
Κατηγορία όπως «παιδάκι» - Παράρτημα:Ουσιαστικά
Ραπανάκια.

Ετυμολογία

επεξεργασία

Ουσιαστικό

επεξεργασία

ραπανάκι ουδέτερο

  1. (φυτό) υποκοριστικό του ραπάνι, ραπάνι μικρού μεγέθους
  2. (λαχανικό) ραπάνι

Άλλες μορφές

επεξεργασία

Εκφράσεις

επεξεργασία
  • (ψωμί τυρί δεν έχουμε,) ραπανάκια για την όρεξη: όταν θέλουμε να δείξουμε ότι μας παρέχουν κάτι τη στιγμή που μας λείπουν βασικά πράγματα

Μεταφράσεις

επεξεργασία