↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική ο ραδιοδίαυλος οι ραδιοδίαυλοι
      γενική του ραδιοδιαύλου των ραδιοδιαύλων
    αιτιατική τον ραδιοδίαυλο τους ραδιοδιαύλους
     κλητική ραδιοδίαυλε ραδιοδίαυλοι
Κατηγορία όπως «άνθρωπος» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

  Ετυμολογία

επεξεργασία
ραδιοδίαυλος < ραδιο- + δίαυλος (μεταφραστικό δάνειο από τη γαλλική radio channel)

  Ουσιαστικό

επεξεργασία

ραδιοδίαυλος αρσενικό

Δείτε επίσης

επεξεργασία

  Μεταφράσεις

επεξεργασία