ραδιοδίαυλος
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασίαΕτυμολογία
επεξεργασία- ραδιοδίαυλος < ραδιο- + δίαυλος (μεταφραστικό δάνειο από τη γαλλική radio channel)
Ουσιαστικό
επεξεργασίαραδιοδίαυλος αρσενικό
- (τεχνολογία, σπάνιο) συχνότητα ή εύρος συχνοτήτων στο ραδιοφάσμα που χρησιμοποιείται για τη μετάδοση ραδιοφωνικών σημάτων
- ※ η Ελλάδα με το νέο πλαίσιο συμφωνίας των χωρών της νοτιοανατολικής Ευρώπης επιτυγχάνει τα εξής: Πλήρες σχέδιο συχνοτήτων το οποίο περιλαμβάνει τουλάχιστον 7 ραδιοδιαύλους για όλες τις περιοχές απονομής. (Στους 7 οι ραδιοδίαυλοι της χώρας – επιτυχής κατάληξη στο SEDDIF, 07/12/2017, infocom.gr [1])
Δείτε επίσης
επεξεργασία- radio channel στην αγγλική Βικιπαίδεια
Μεταφράσεις
επεξεργασία ραδιοδίαυλος