Δείτε επίσης: πρωτοτοκία
↓ πτώσεις   πληθυντικός  
ονομαστική τα πρωτοτόκια
      γενική των πρωτοτοκίων
    αιτιατική τα πρωτοτόκια
     κλητική πρωτοτόκια
Κατηγορία όπως «πρόσωπο» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

  Ετυμολογία

επεξεργασία
πρωτοτόκια < ελληνιστική κοινή πρωτοτόκια[1] [2] < πρωτότοκος < αρχαία ελληνική πρῶτος + τόκος < τίκτω

  Ουσιαστικό

επεξεργασία

πρωτοτόκια ουδέτερο, μόνο στον πληθυντικό

  Μεταφράσεις

επεξεργασία



→ λείπει η κλίση

  Ετυμολογία

επεξεργασία
πρωτοτόκια < λείπει η ετυμολογία

  Ουσιαστικό

επεξεργασία

πρωτοτόκια ουδέτερο, μόνο στον πληθυντικό

  1. πρωτοτόκια - Λεξικό της Κοινής Νεοελληνικής (1998) του Ιδρύματος Μανόλη Τριανταφυλλίδη (συντομογραφίες-σύμβολα). Η Πύλη για την ελληνική γλώσσα, Κέντρο Ελληνικής Γλώσσας
  2. πρωτοτόκια - ΛΟΓΕΙΟΝ (αγγλικά, από το 2011) Λεξικά για την αρχαία ελληνική και λατινική γλώσσα (στα αγγλικά, γαλλικά, ισπανικά, κ.λπ.) Πανεπιστήμιο του Σικάγου.