Αρχική σελίδα
Τυχαίο
Σύνδεση
Ρυθμίσεις
Δωρεές
Σχετικά με Βικιλεξικό
Αποποίηση ευθυνών
Αναζήτηση
προσκηνιακός
Γλώσσα
Παρακολούθηση
Επεξεργασία
Πίνακας περιεχομένων
1
Νέα ελληνικά
(el)
1.1
Ετυμολογία
1.2
Επίθετο
1.2.1
Συγγενικά
1.2.2
Μεταφράσεις
Νέα ελληνικά
(el)
επεξεργασία
↓
πτώσεις
ενικός
γένη
→
αρσενικό
θηλυκό
ουδέτερο
ονομαστική
ο
προσκηνιακ
ός
η
προσκηνιακ
ή
το
προσκηνιακ
ό
γενική
του
προσκηνιακ
ού
της
προσκηνιακ
ής
του
προσκηνιακ
ού
αιτιατική
τον
προσκηνιακ
ό
την
προσκηνιακ
ή
το
προσκηνιακ
ό
κλητική
προσκηνιακ
έ
προσκηνιακ
ή
προσκηνιακ
ό
↓
πτώσεις
πληθυντικός
γένη
→
αρσενικό
θηλυκό
ουδέτερο
ονομαστική
οι
προσκηνιακ
οί
οι
προσκηνιακ
ές
τα
προσκηνιακ
ά
γενική
των
προσκηνιακ
ών
των
προσκηνιακ
ών
των
προσκηνιακ
ών
αιτιατική
τους
προσκηνιακ
ούς
τις
προσκηνιακ
ές
τα
προσκηνιακ
ά
κλητική
προσκηνιακ
οί
προσκηνιακ
ές
προσκηνιακ
ά
Κατηγορία
όπως «
καλός
» -
Παράρτημα:Επίθετα & Μετοχές
Ετυμολογία
επεξεργασία
προσκηνιακός
<
προσκήνιο
+
-ακός
Επίθετο
επεξεργασία
προσκηνιακός
που έχει
σχέση
με το
προσκήνιο
ή αναφέρεται σ’ αυτό
Συγγενικά
επεξεργασία
→
δείτε
τις λέξεις
προσκήνιο
και
σκηνή
Μεταφράσεις
επεξεργασία
προσκηνιακός