Δείτε επίσης: προνομίων
ελληνιστική κοινή (αρχαία κλίση)
δε μαρτυρείται δυϊκός αριθμός
↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική τὸ προνόμιον τὰ προνόμι
      γενική τοῦ προνομίου τῶν προνομίων
      δοτική τῷ προνομί τοῖς προνομίοις
    αιτιατική τὸ προνόμιον τὰ προνόμι
     κλητική ! προνόμιον προνόμι
  δυϊκός
ονομ-αιτ-κλ τὼ  προνομίω
γεν-δοτ τοῖν  προνομίοιν
2η κλίση, Κατηγορία 'πρόσωπον' όπως «πρόσωπον» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

  Ετυμολογία

επεξεργασία
προνόμιον (ελληνιστική κοινή) < αρχαία ελληνική προ- + νόμ(ος) + -ιον

  Ουσιαστικό

επεξεργασία

προνόμιον, -ου ουδέτερο