Αρχική σελίδα
Τυχαίο
Σύνδεση
Ρυθμίσεις
Δωρεές
Σχετικά με Βικιλεξικό
Αποποίηση ευθυνών
Αναζήτηση
προμηθεϊκός
Γλώσσα
Παρακολούθηση
Επεξεργασία
Πίνακας περιεχομένων
1
Νέα ελληνικά
(el)
1.1
Ετυμολογία
1.2
Επίθετο
1.2.1
Μεταφράσεις
Νέα ελληνικά
(el)
επεξεργασία
↓
πτώσεις
ενικός
γένη
→
αρσενικό
θηλυκό
ουδέτερο
ονομαστική
ο
προμηθεϊκ
ός
η
προμηθεϊκ
ή
το
προμηθεϊκ
ό
γενική
του
προμηθεϊκ
ού
της
προμηθεϊκ
ής
του
προμηθεϊκ
ού
αιτιατική
τον
προμηθεϊκ
ό
την
προμηθεϊκ
ή
το
προμηθεϊκ
ό
κλητική
προμηθεϊκ
έ
προμηθεϊκ
ή
προμηθεϊκ
ό
↓
πτώσεις
πληθυντικός
γένη
→
αρσενικό
θηλυκό
ουδέτερο
ονομαστική
οι
προμηθεϊκ
οί
οι
προμηθεϊκ
ές
τα
προμηθεϊκ
ά
γενική
των
προμηθεϊκ
ών
των
προμηθεϊκ
ών
των
προμηθεϊκ
ών
αιτιατική
τους
προμηθεϊκ
ούς
τις
προμηθεϊκ
ές
τα
προμηθεϊκ
ά
κλητική
προμηθεϊκ
οί
προμηθεϊκ
ές
προμηθεϊκ
ά
Κατηγορία
όπως «
καλός
» -
Παράρτημα:Επίθετα & Μετοχές
Ετυμολογία
επεξεργασία
προμηθεϊκός
<
Προμηθέας
<
Προμηθεύς
Επίθετο
επεξεργασία
προμηθεϊκός, -ή, -ό
σχετικός με τον
Προμηθέα
προνοητικός
Μεταφράσεις
επεξεργασία
προμηθεϊκός