Αρχική σελίδα
Τυχαίο
Σύνδεση
Ρυθμίσεις
Δωρεές
Σχετικά με Βικιλεξικό
Αποποίηση ευθυνών
Αναζήτηση
ποδοκομία
Γλώσσα
Παρακολούθηση
Επεξεργασία
Πίνακας περιεχομένων
1
Νέα ελληνικά
(el)
1.1
Ετυμολογία
1.2
Ουσιαστικό
1.2.1
Συνώνυμα
1.2.2
Αντώνυμα
1.2.3
Μεταφράσεις
Νέα ελληνικά
(el)
επεξεργασία
↓
πτώσεις
ενικός
πληθυντικός
ονομαστική
η
ποδοκομί
α
οι
ποδοκομί
ες
γενική
της
ποδοκομί
ας
των
ποδοκομι
ών
αιτιατική
την
ποδοκομί
α
τις
ποδοκομί
ες
κλητική
ποδοκομί
α
ποδοκομί
ες
Κατηγορία
όπως «
σοφία
» -
Παράρτημα:Ουσιαστικά
Ετυμολογία
επεξεργασία
ποδοκομία
<
πόδ(ι)
+
-ο-
+
-κομία
Ουσιαστικό
επεξεργασία
ποδοκομία
θηλυκό
η
περιποίηση
των
ποδιών
Συνώνυμα
επεξεργασία
πεντικιούρ
Αντώνυμα
επεξεργασία
μανικιούρ
Μεταφράσεις
επεξεργασία
ποδοκομία
γαλλικά
:
pédicure
(fr)